•  

Ελευθερία σημαίνει Ευτυχία

Τι γίνεται όταν κανείς στερείται το δικαίωμα να επιλέξει αυτό που πραγματικά αγαπά; Ακολουθεί ένα προσωπικό βίωμα, που ίσως σας βοηθήσει να συνειδητοποιήσετε πόσο σημαντική είναι η προσωπική γνώμη των παιδιών για το ποιο δρόμο θα ακολουθήσουν στη ζωή τους, με στόχο τη δική τους ευτυχία!

Όταν η συζήτηση φτάνει στις επιλογές των παιδιών, σε πολλές περιπτώσεις, οι γονείς νιώθουν υποχρεωμένοι να πουν τη γνώμη τους, να επιμείνουν και συχνά να επιβάλλονται, ακόμα και χωρίς να το συνειδητοποιούν οι ίδιοι. Ως παιδαγωγός, λοιπόν, οφείλω να μη σταθώ μόνο στο κομμάτι της γυμναστικής, αλλά να επεκταθώ και στους υπόλοιπους τομείς - όπως τον επαγγελματικό, τον κοινωνικό, τον φιλικό και τον ερωτικό - όπου γιοί και κόρες βομβαρδίζονται πολλές φορές από συμβουλές και νουθετήσεις, πιέζονται και καταλήγουν - με μαθηματική ακρίβεια - σε λάθος επιλογές. Συνεπώς, και στο κομμάτι της προπόνησης παρατηρείται το φαινόμενο οι γονείς να θέτουν τις δικές τους προτεραιότητες για το τι είναι τελικά “καλό για το παιδί”, με αποτέλεσμα η άσκηση, ο χορός, η γυμναστική, οι αγώνες - κι άλλα πολλά - να θυσιάζονται στο “βωμό” των Πανελληνίων, των αριστείων, των υψηλών βαθμών και της καλής διαγωγής.

Είναι χαρακτηριστικό το δικό μου παράδειγμα για όσα προανέφερα. Η δική μου πορεία στην οικογένεια της Ελληνικής Γυμναστικής Ομοσπονδίας, οι δικές μου επιλογές ζωής που σε κάποια στιγμή ήρθαν σε αντίθεση με όσα με συμβούλευσαν οι γονείς μου.

Η πρώτη επαφή μου με την άσκηση έγινε όσο ήμουν ακόμα παιδί. Έναν Σεπτέμβριο, σε κάποια οικογενειακή βόλτα στη ΔΕΘ, όταν περάσαμε με τους γονείς και την αδερφή μου, Τάνια, από τις αίθουσες του Παλέ ντε Σπορ. Τότε, η 4χρονη Τάνια (ή γνωστή και ως “σπόρος” στο χώρο της γυμναστικής) ήταν εξαιρετικά υπερδραστήρια και οι γονείς μου έψαχναν τρόπους να εκτονώσει και να αξιοποιήσει την ενέργειά της. Έτσι, αποφασίστηκε να εγγραφεί σε κάποιο από τα προγράμματα προπόνησης εκεί και, επειδή δεν υπήρχε κανείς για να προσέχει εμένα, οι γονείς μου πρότειναν να εγγραφώ κι εγώ μαζί της. Με αυτόν τον τρόπο, αναγκαστικά και τυχαία, έκανα την πρώτη γνωριμία μου με τον κόσμο της γυμναστικής στο Αθλητικό Σωματείο “Αριστοτέλης”, που έμελλε να γίνει και σκοπός ζωής μου!

Ξεκίνησα με το άθλημα της ενόργανης, καθώς, τότε ακόμα, δεν υπήρχε η ακροβατική. Βέβαια, δε μου ταίριαζε καθόλου, καθώς ήμουν πολύ ψηλός για την ηλικία μου και αντιμετώπιζα αρκετά προβλήματα. Εκείνη την εποχή, ο κανονισμός ήταν πολύ διαφορετικός από σήμερα, τα όργανα ήταν τόσο χαμηλά για την κατηγορία μου, που “έβρισκα” κάτω! Οπότε, θέλοντας και μη, οι προπονητές μου με σταμάτησαν δύο χρόνια μετά, όταν ήμουν πλέον 11 ετών, καθώς λόγω σωματικής διάπλασης, δε μπορούσα να συμμετάσχω σε αγώνες και επίσης τότε δεν υπήρχαν τμήματα μαζικού αθλητισμού όπως σήμερα.

Βέβαια, συνέχισα να συνοδεύω την αδερφή μου στις προπονήσεις της στο τροποποιημένο σινεμά “Καστέλο”, στο Φωτισμένο Βράχο, και στην ομάδα του Φιλαθλητικού Θεσσαλονίκης, όπου μεταγράφηκε. Έξω από το χώρο υπήρχε ένα πάρκο, όπου συνήθιζα να προπονούμαι μόνος μου, κάνοντας τροχούς και κάθε είδους άσκηση, όσο περίμενα την Τάνια να τελειώσει την τρίωρη προπόνησή της. Όπως καταλαβαίνετε, μου έλειπε πολύ η γυμναστική, την αγαπούσα και δε μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτήν.

Το 1984, η παγκόσμια πρωταθλήτρια και μετέπειτα προπονήτριά μου Λουίζα Κοτσάμπαση-Ουλιάνοβα είχε μόλις έρθει από τη Σοβιετική Ένωση και είχε δημιουργήσει το πρώτο τμήμα ακροβατικής στην Ελλάδα, στον Φιλαθλητικό Όμιλο Θεσσαλονίκης. Η Λουίζα, λοιπόν, έψαχνε παιδιά για να συμπληρώσει το νέο τμήμα και φτάνοντας στο γυμναστήριο, με είδε να προπονούμαι στο πάρκο. Η ίδια με ρώτησε αν ήθελα να δοκιμάσω ένα καινούργιο -τότε- άθλημα, την ακροβατική, και φυσικά, δέχτηκα αμέσως! Έτσι, χάρη σε εκείνη μπήκα ξανά στο στίβο της άσκησης, κάτι για το οποίο θα την ευγνωμονώ για πάντα, και την ευχαριστώ μέσα απ'την καρδιά μου.

Όλα έβαιναν καλώς, μέχρι την δευτέρα λυκείου. Ήμουν πρωταθλητής στο πρώτο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ακροβατικής του 1986, αλλά και στα υπόλοιπα που ακολούθησαν, με προπονήσεις 15-20 ωρών την εβδομάδα, αλλά παράλληλα άριστος μαθητής, με επαίνους και βαθμούς που έφταναν το 19!

Διανύουμε τη χρονιά που έπρεπε να αποφασίσω σε ποια δέσμη (ή σημερινή κατεύθυνση) θα πάω και, όπως καταλαβαίνετε, αυτό κατέληξε σε οικογενειακό ζήτημα - κάτι που σίγουρα συμβαίνει και σε πολλές άλλες οικογένειες. Στη δική μου περίπτωση, έπαιξε καθοριστικό ρόλο το επάγγελμα του πατέρα μου, ο οποίος ήταν εργολάβος-ηλεκτρολόγος, αφού υπήρχαν πολλές γνωριμίες στον τομέα αυτό και μια έτοιμη, στρωμένη δουλειά που με περίμενε.

Οι γονείς μου, λοιπόν, θεώρησαν ότι έπρεπε να ακολουθήσω την πρώτη δέσμη και να ασχοληθώ με την καριέρα του αρχιτέκτονα ή του πολιτικού μηχανικού. Και εγώ, ως ήσυχο παιδί, με διακριτική προσωπικότητα, δέχτηκα αβίαστα τη συμβουλή τους, από σεβασμό και εμπιστοσύνη. Ωστόσο, μέσα μου ήξερα ότι δεν ήταν αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου, κάτι που φάνηκε και στη μετέπειτα πορεία μου στο σχολείο.

Όπως καταλαβαίνετε, η απόφαση αυτή απαιτούσε πολυέξοδα και πολύωρα καθημερινά φροντιστήρια την ώρα της προπόνησης, οπότε αναγκάστηκα να σταματήσω τον πρωταθλητισμό. Και, ενώ μέχρι τη δευτέρα λυκείου ήμουν μαθητής του 18 και 19, εκείνη τη χρονιά η απόδοσή μου έπεσε κατακόρυφα. Την ώρα που υποτίθεται ότι έπρεπε να διαβάζω, κλεινόμουν στο δωμάτιό μου και με έπαιρνε ο ύπνος πάνω στα βιβλία! Μου έλειπε αφόρητα η γυμναστική, ένιωθα ότι λείπει μέρος της ζωής μου. Δεν άντεχα τα φροντιστήρια, δε με εξέφραζαν, δεν ήταν αυτό που ήθελα και αγαπούσα.

Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την εσωτερική μου αντίδραση και έναν παράφορο έρωτα που έζησα λίγους μήνες πριν τις τελικές εξετάσεις, οδήγησαν στο να γράψω σε όλα τα μαθήματα κάτω από τη βάση και να καταλήξω -για πρώτη φορά στη ζωή μου- με απολυτήριο λυκείου 14,1! Όπως μπορείτε να φανταστείτε, στο σπίτι επικράτησε τεράστια σύγχυση, με τον πατέρα και τη μητέρα μου να αγχώνονται για το “τι θα κάνω στη ζωή μου”, ενώ στην πραγματικότητα αυτή ήταν μια απόφαση που έπρεπε να πάρω εγώ!

Και τι γίνεται τώρα; Τότε, υπήρχαν οι Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές και, αφού απέτυχα στις εξετάσεις, οι γονείς μου με έσπρωξαν να επιλέξω την ειδικότητα του Ηλεκτρολόγου. Ξυπνούσα 7 το πρωί, πήγαινα με τον πατέρα μου στο γιαπί μέχρι τη 1:30 το μεσημέρι και στη συνέχεια στη σχολή ως τις 6 το απόγευμα! Και αφού έκανα ακριβώς ό,τι με συμβούλευσαν, αποφάσισα ότι, ύστερα από ένα χρόνο αποχής, έπρεπε να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου και να επιστρέψω στην ακροβατική. Ξεκίνησα καθημερινές προπονήσεις 7-10 το βράδυ, στην ομάδα του Σπάρτακου με τη Χριστίνα Μακρή, την οποία επίσης ευχαριστώ για όλα όσα έχει κάνει για μένα!

Κάλλιο αργά, παρά ποτέ! Μέσα σε ένα χρόνο, με την ομάδα πήραμε πρόκριση στο Πανευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στη Λισαβόνα, καταφέρνω προσωπική πανευρωπαϊκή νίκη και περνάω άνευ εξετάσεων στο τμήμα Φυσικής Αγωγής του Α.Π.Θ. Από τότε, η ζωή μου άλλαξε ριζικά!

Ούτε θέλω να σκέφτομαι τι θα είχε συμβεί αν δεν έπαιρνα την απόφαση να ακολουθήσω τα όνειρά μου και να επιστρέψω στην ακροβατική που τόσο αγαπούσα. Αν είχα επιμείνει στο επάγγελμα του ηλεκτρολόγου, του αρχιτέκτονα ή όποιου άλλου (όπως τόσοι μου είχαν προτείνει), το μόνο που ξέρω είναι ότι σίγουρα δε θα ήμουν ευτυχισμένος. Γιατί, ποιος είναι ευτυχισμένος όταν δεν κάνει αυτό που πραγματικά αγαπά;

Πλέον, βρίσκομαι στην Ελληνική Γυμναστική Ακαδημία “ΖΕΥΣ”, όπου κάθε φορά που συναντώ νέους γονείς, τους προτείνω να εμπιστευτούν τα παιδιά τους στο τι είναι αυτό που θέλουν να κάνουν. Ρωτήστε τα παιδιά σας πώς νιώθουν, τι τους εκφράζει, τι τα κάνει χαρούμενα και δημιουργικά. Μην επιμένετε σε “κλωνοποιημένα” από τους γονείς επαγγέλματα, ψεύτικα ιδανικά και κοινωνικά στερεότυπα. Αφήστε τα ελεύθερα να ασχοληθούν με τη γυμναστική, αν είναι αυτό που θέλουν, χωρίς να στοχεύετε αποκλειστικά στα μετάλλια. Θα έρθουν κι αυτά, όπως έρχονται κι όλα στη ζωή μας. Η επιτυχία, η αποτυχία, η κούραση, η προσπάθεια και τέλος η ευτυχία. Εκεί, άλλωστε, δε στοχεύουμε όλοι;

Το κείμενό μου αυτό το αφιερώνω στους υπέροχους γονείς μου που ήταν δίπλα μου σε όλες αυτές τις ανατροπές.

Χρήστος Τριανταφύλλου,
Πρώην πρωταθλητής της Ακροβατικής Γυμναστικής
Πρώην ομοσπονδιακός & τεχνικός ανάπτυξης στην Ε.Γ.Ο.