Γιατί οι προπονητές πρέπει να σταματήσουν να φωνάζουν στους αθλητές τους
Μια από τις Αρετές που χρειάζεται να διαθέτει ο προπονητής της γυμναστικής, είναι η ικανότητα να μπορεί να διακρίνει βαθιά μέσα στη ψυχολογία του παιδιού - αθλητή/τριας, τα στοιχεία εκείνα που θα αναδείξουν το πραγματικό του ταλέντο και τον αληθινό του εαυτό..
Είναι αυτό που ονομάζουμε «ενσυναίσθηση». Η συναισθηματική δηλαδή ταύτιση με την ψυχική κατάσταση του αθλητή και η κατανόηση της συμπεριφοράς του. Οι ανεξέλεγκτες πολλές φορές φωνές προς τα παιδιά κατά την διαδικασία εκμάθησης των ασκήσεων και προγραμμάτων, στην ουσία δεν αποσκοπούν στην κινητοποίησή και βελτίωση της προσπάθειάς τους, αλλά σε ένα είδος «ξεσπάσματος» το οποίο καταδεικνύει την ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο προπονητής, την οποία όμως αντιλαμβάνεται ο αθλητής και υοθετεί έτσι τις ανάλογες ανασφάλειες στη πορεία της καριέρας του. Ας μη ξεχναμε πως, στις ευαίσθητες ηλικίες κατά τη διάρκεια της προπόνησης, τα παιδιά δεν αρκούνται στις γυμναστικές επιδόσεις, αλλά οικοδομούν συμπεριφορές μέσα από αυτό που αγαπούν και λαμβάνουν ως "ορθό".
Διαβάστε στο παρακάτω κείμενο σε μετάφραση της Χριστίνας Φιλιππάκη ορισμένες απλές συμβουλές για τη καθημερινή στάση των προπονητών απέναντι στα παιδιά μέσα στα προπονητήρια:
Μερικές φορές οι φωνές είναι απαραίτητες
Όταν διακυβεύεται η ασφάλεια ενός αθλητή, ίσως είναι χρήσιμο κι αποδεκτό για τον προπονητή να του φωνάξει, για να τον προειδοποιήσει για τον επικείμενο κίνδυνο. Η προστασία ενός αθλητή από το ατύχημα και τον τραυματισμό και η εξασφάλιση της σωματικής του ακεραιότητας είναι ένας αποδεκτός λόγος να φωνάξει κανείς, αν έτσι μπορεί να αποτρέψει κάποιο ατύχημα που πρόκειται να συμβεί. Θεωρώ ότι μία αρνητική αντίδραση, όπως οι φωνές, σε μία επικίνδυνη κατάσταση ίσως βοηθήσει τους αθλητές να αποφύγουν έναν παρόμοιο κίνδυνο στο μέλλον. Όμως, εκτός από τα ζητήματα ασφάλειας, δεν υπάρχει κανένας λόγος να θεωρούμε ότι οι φωνές είναι χρήσιμες.
Οι φωνές σκοτώνουν κάθε ευκαιρία για αληθινή επικοινωνία
Το να φωνάζεις σε έναν αθλητή καθιστά ολόκληρη τη συζήτηση μονόπλευρη. Οι φωνές δημιουργούν αρνητικά συναισθήματα, τα οποία μπορούν υποσυνείδητα να συνδεθούν με αυτό για το οποίο φώναζες, ή να επηρεάσουν αρνητικά την ψυχολογία του αθλητή, με τρόπους που οι προπονητές δεν μπορούν να προβλέψουν. Όπως και να χει, η πραγματική λογική και καρποφόρα επικοινωνία σταματάει αμέσως μόλις αρχίσουν οι φωνές.
Όταν φωνάζεις διδάσκεις τους αθλητές να φωνάζουν
Οι αθλητές μαθαίνουν εκ παραδείγματος και επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τους προπονητές, με τους οποίους περνάνε ένα μεγάλο κομμάτι της ημέρας τους. Αν ακούν τους προπονητές να φωνάζουν συνεχώς, θα κάνουν κι εκείνοι το ίδιο για να διεκδικήσουν αυτό που θέλουν. Τα αρνητικά συναισθήματα που δημιουργούνται από τις φωνές, ιδίως όταν αυτές αποτελούν συνήθη πρακτική, δημιουργούν έναν θυμό, για τον οποίο συχνά οι αθλητές βρίσκουν διέξοδο φωνάζοντας σε άλλους ή φωνάζοντας ακόμη και στον ίδιο τον προπονητή. Σε αυτό το σημείο, ο χρόνος του αθλητή στη γυμναστική είναι σχεδόν πάντα περιορισμένος.
Η κατάχρηση των φωνών τις καθιστά αναποτελεσματικές
Οι συνεχείς φωνές καταστρέφουν την αποτελεσματικότητα της τεχνικής. Αν οι προπονητές φωνάζουν συνεχώς στους αθλητές, δε θα υπάρχει καμία ανταπόκριση όταν ο προπονητής χρειάζεται πραγματικά να φωνάξει. (π.χ. στην περίπτωση που η ασφάλεια του αθλητή βρίσκεται σε κίνδυνο)
Οι φωνές οδηγούν σε περισσότερες φωνές
Οι αθλητές και το υποσυνείδητο αντιδρούν στη συναισθηματική ένταση. Κάποια στιγμή, ένας προπονητής που φωνάζει, θα πρέπει να συνεχίζει να φωνάζει όλο και περισσότερο, μόνο και μόνο για να κεντρίσει την προσοχή των αθλητών και να προκαλέσει την αντίδρασή τους. Αργά ή γρήγορα, οι αθλητές δε θα παίρνουν τον προπονητή τους σοβαρά, παρά μόνο όταν αυτός υψώνει τη φωνή του όλο και πιο δυνατά και όλο πιο συχνά. Σε αυτό το σημείο, ο αθλητής απλά θα αγνοεί κάθε μορφή επικοινωνίας, αν δεν επαναληφθεί πολλές φορές με δυνατή φωνή.
Οι φωνές ίσως είναι αποτελεσματικές για κάποιους, αλλά δεν είναι αποτελεσματικές για τους περισσότερους.
Υπάρχουν κάποιοι αθλητές που μπορούν να αντέξουν τις φωνές, τουλάχιστον για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Υπάρχουν μάλιστα και πολύ λίγοι αθλητές που φαίνονται να κινητοποιούνται όταν κάποιος τους φωνάζει. Όμως, αποτελούν μία μικρή μειοψηφία. Η συντριπτική πλειοψηφία των αθλητών (και των ανθρώπων γενικότερα) δεν αντιδρά καλά όταν κάποιος τους φωνάζει και πιθανότητα θα απομακρυνθεί από το άθλημα εξαιτίας της συνεχούς έντασης και των άλλων αρνητικών ψυχολογικών τεχνικών.
Πρόλογος, Αντώνης Κεραμιδάς, μετάφραση επιμελεια κειμένου για το gymnast.gr, Χριστίνα Φιλιππάκη.
Πηγή κειμένου
-
Η Χριστίνα Φιλιππάκη είναι φοιτήτρια του τμήματος φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Παρόλο που η εμπειρία της ως αθλήτρια ενόργανης γυμναστικής περιορίστηκε στο ερασιτεχνικό επίπεδο κατά τα μαθητικά της χρόνια, δεν έπαψε ποτέ να παρακολουθεί ανελλιπώς το άθλημα και να ενημερώνεται διαρκώς για τις εξελίξεις του. Η επιθυμία της να μοιραστεί την αγάπη και τις γνώσεις της για τη γυμναστική την οδήγησε στην ενεργή συμμετοχή στη διαδικτυακή κοινότητα φιλάθλων της γυμναστικής και τη συγγραφή σχετικών άρθρων. Στο παρελθόν, έχει συνεισφέρει σε αγγλόφωνες ιστοσελίδες και συνεργάζεται με το gymnast.gr από το καλοκαίρι του 2016..